24.12.08

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ


Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ
ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ ΤΩ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ
ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ


Αδελφοί και τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Ανέτειλεν η μεγάλη και αγία ημέρα των Χριστουγέννων, η μητρόπολις, δηλ. η μήτηρ και ρίζα όλων των εορτών, και μας συγκαλεί όλους εις πνευματικήν ανάτασιν και συνάντησιν μετά του νηπιάζοντος δι’ ημάς Παλαιού των Ημερών.
«Ευδοκία του Θεού και Πατρός», όπως υπογραμμίζει ο ιερός Ιωάννης ο Δαμασκηνός, «ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού και Θεός, ο ων εις τον κόλπον του Πατρός, ο ομοούσιος τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι, ο προαιώνιος, ο άναρχος», συγκαταβαίνει προς ημάς τους δούλους Του «και Θεός ων τέλειος, άνθρωπος τέλειος γίνεται, και επιτελείται το πάντων καινών καινότατον, το μόνον καινόν υπό τον ήλιον».
Η ενσάρκωσις αυτή του Υιού του Θεού δεν είναι ένας συμβολισμός, όπως αι ενσαρκώσεις των ποικιλωνύμων «θεών» της Μυθολογίας, αλλά μία πραγματικότης, η όντως νέα πραγματικότης, το μόνον νέον υπό τον ήλιον, η οποία έγινεν εις συγκεκριμένην ιστορικήν στιγμήν, επί του Αυτοκράτορος Οκταβιανού Αυγούστου, περί το 746 (με τα νέα αστρονομικά δεδομένα) από κτίσεως Ρώμης, εν μέσω συγκεκριμένου λαού, του Ιουδαϊκού, «εξ οίκου και πατριάς Δαβίδ», εις συγκεκριμένον τόπον, την Βηθλεέμ της Ιουδαίας, και με πολύ συγκεκριμένον σκοπόν: «Αυτός ενηνθρώπησεν ίνα ημείς θεοποιηθώμεν», κατά την επιγραμματικήν έκφρασιν του Μεγάλου Αθανασίου.
Το γεγονός αυτό της ενανθρωπήσεως του Θεού-Λόγου μας δίδει την δυνατότητα να φθάσωμεν εις τα ακρότατα των ορίων μας, τα οποία δεν ταυτίζονται ούτε με το «καλόν καγαθόν» των αρχαίων Ελλήνων, ούτε με την «αρετήν» και «δικαιοσύνην» των φιλοσόφων, ούτε με την γαλήνην της βουδδιστικής «νιρβάνα», ούτε με την υπέρβασιν της «ειμαρμένης» η του λεγομένου «κάρμα» δια θρυλουμένων συνεχών μεταλλάξεων μορφών ζωής, ούτε με την «αρμονίαν» των δήθεν αντιθετικών στοιχείων κάποιας φαντασιώδους «ζωτικής δυνάμεως», ούτε με κάτι άλλο, αλλά είναι η οντολογική υπέρβασις της φθοράς και του θανάτου δια του Χριστού, ο εγκεντρισμός μας εις την θείαν ζωήν και δόξαν Του, και η κατά χάριν ένωσίς μας δι’ Αυτού μετά του Θεού Πατρός εν Αγίω Πνεύματι.
Αυτά είναι τα έσχατα όριά μας: Η προσωπική ένωσις μετά του Τριαδικού Θεού! Και η Γέννησις του Χριστού δεν μας υπόσχεται μίαν χιμαιρικήν μακαριότητα η μίαν αφηρημένην αιωνιότητα, αλλά μας προσφέρει «εις το χέρι» την δυνατότητα της προσωπικής μετοχής εις την θείαν ζωήν και την αγάπην του Θεού, εις μίαν ατελεύτητον κλιμάκωσιν! Μας χαρίζει την δυνατότητα όχι μόνον «ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν» αλλά και «θείας κοινωνοί φύσεως» να αναδειχθώμεν.
Βεβαίως μέσα εις την παγκόσμιον σύγχυσιν και κρίσιν των ημερών μας αι αλήθειαι αυταί ηχούν παράξενα. Η ελπίς των περισσοτέρων ανθρώπων, εναποτεθείσα εις ενδοκοσμικάς «θεότητας», διαψεύδεται καθημερινώς κατά τρόπον οικτρόν. Το ανθρώπινον πρόσωπον ταπεινούται και συνθλίβεται εν μέσω αριθμών, μηχανημάτων, υπολογιστών, χρηματιστηρίων και ποικιλοχρώμων σημαιών κενής ιδεολογικής ευκαιρίας.
Η φύσις περιυβρίζεται. Το περιβάλλον συμπάσχει. Οι νέοι απογοητεύονται και εξεγείρονται διαμαρτυρόμενοι δια την αδικίαν του παρόντος και την αβεβαιότητα του μέλλοντος. «Σκότος, γνόφος, θύελλα, φωνή μεγάλη» επικρατεί εις τον κόσμον μας και δίδεται η εντύπωσις ότι απειλείται να αποκρυβή το φως της εν Βηθλεέμ ανατελλούσης ελπίδος και να καλυφθή ο αγγελικός ύμνος της παγκοσμίου χαράς: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία».
Όμως, η Εκκλησία, καλούσα τους πάντας εις σώφρονα περισυλλογήν, επανεκτίμησιν των εν τω βίω προτεραιοτήτων και αναζήτησιν εις το πρόσωπον του εκάστοτε «άλλου» τα ίχνη της αξίας παντός σεβασμού εικόνος του Θεού, δεν θα παύση να καταγγέλλη με όλην την δύναμιν που της χαρίζει η υπερδισχιλιετής εμπειρία της ότι το εν τη φάτνη της Βηθλεέμ ανακείμενον Παιδίον είναι «η ελπίς πάντων των περάτων της γης», είναι ο Λόγος και η εντελέχεια της ζωής, είναι η λύτρωσις, την οποίαν απέστειλεν ο Θεός εις τον λαόν Του, τουτέστιν εις ολόκληρον την ανθρωπότητα.
Ταύτα εν αγάπη πολλή από της μαρτυρικής καθέδρας της εν Κωνσταντινουπόλει Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας ευαγγελιζόμενοι προς τα ανά τον κόσμον τέκνα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και προς πάντα θεοδιψή άνθρωπον, επικαλούμεθα επί πάντας την ευδοκίαν, την ειρήνην, την χάριν και την σωτήριον δωρεάν του δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντος εκ των ουρανών, και σαρκωθέντος εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου, και ενανθρωπήσαντος Μονογενούς Υιού του Θεού, Ω η δόξα, το κράτος, η τιμή και η προσκύνησις, συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι, εις τους αιώνας.

Φανάριον, Χριστούγεννα ,βη’
+ Ο Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος

Διάπυρος προς Θεόν ευχέτης πάντων υμών

ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ